- Μάρτιον
- ΜάρτιοςMartiusmasc acc sgΜάρτιοςMartiusneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εκχειμάζω — ἐκχειμάζω (Μ) περνώ τον χειμώνα, διαχειμάζω, ξεχειμωνιάζω («ἐκεῑ ἐξεχειμάσασιν μέχρι τὸν Μάρτιον μῆνα», Χρον. Moρ.) … Dictionary of Greek